Σε αυτό το ερώτημα όπως και στο ποια είναι η αξία των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών και πώς μπορούμε να τη μεγιστοποιήσουμε καθιστώντας τα δάση μας ικανά να αποτελέσουν βάση για νέα αναπτυξιακά - παραγωγικά μοντέλα που απαιτούνται για την προσαρμογή, και ως ένα βαθμό να δώσουν απαντήσεις, στις υπάρχουσες προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, της επίτευξης βιώσιμης ανάπτυξης και μιας αειφόρου οικονομίας, απαντά στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Μάριος Τρίγκας, αναπληρωτής καθηγητής Δασικής Οικονομικής και Καινοτομίας, στο Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Εργαστήριο Δασικής Οικονομικής, Μάρκετινγκ, Καινοτομίας & Επιχειρηματικότητας.
Η καταγραφή και η τήρηση αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων ανοικτής πρόσβασης για τα ελληνικά δάση, αναφέρει αρχικά, αποτελεί προϋπόθεση για την ορθολογική τους διαχείριση και την ενίσχυση του παραγωγικού ρόλου και της πολυλειτουργικότητάς τους. Η νέα απογραφή δασών που είναι σε εξέλιξη με βάση σχετικό πρόγραμμα του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η σταδιακή ολοκλήρωσή της, καθώς και η ολοκλήρωση των Δασικών Χαρτών, έργο που μία υποστελεχωμένη Δασική Υπηρεσία κατάφερε με φιλότιμες προσπάθειες και έφερε σε πέρας, μαζί με την ουσιαστική ανόρθωσή της, μπορούν, σύμφωνα με τον επιστήμονα, να αποτελέσουν τη βάση για μια νέα ολιστική πολυλειτουργική διαχείριση των δασών μας και την αύξηση της παραγωγικότητάς τους, πάντα υπό το πρίσμα της αειφορίας.
Ποια είναι όμως αυτά τα παραγωγικά δάση και τι μπορούν να προσφέρουν;
Τα δάση είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία και την ευημερία των σύγχρονων κοινωνιών, τονίζει ο κ. Μάριος Τρίγκας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και εξηγεί:
«Διαδραματίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην οικονομία και στην κοινωνία μας, δεδομένου ότι συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και αποτελούν πηγή προέλευσης υλικών, τροφίμων, φαρμάκων, αναψυχής, καθαρού ύδατος, λειτουργούν ως αποθήκες άνθρακα και κιβωτοί της βιοποικιλότητας. Αποτελούν, εδώ και αιώνες, ακμάζουσα πηγή πολιτιστικής κληρονομιάς και κατασκευαστικής τέχνης, παράδοσης και καινοτομίας. Ο ρόλος τους ωστόσο, όσο σημαντικός και αν ήταν στο παρελθόν, θα είναι ακόμη πιο ουσιώδης για το μέλλον μας. Τα δάση αποτελούν φυσικό σύμμαχο για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και την καταπολέμησή της και διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην προσπάθεια επίτευξης της κλιματικής ουδετερότητας. Τα προϊόντα με βάση την ξυλεία που παράγονται με αειφόρο τρόπο, μπορούν να συμβάλλουν στην επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας με την αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα και την υποκατάσταση των ορυκτών υλικών στο πλαίσιο της βιοοικονομίας. Ο σεβασμός των αρχών της κυκλικής οικονομίας είναι επίσης ζωτικής σημασίας, δίνοντας προτεραιότητα στην καλύτερη χρήση, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση όλων των προϊόντων με βάση την ξυλεία, καθώς η ενίσχυση της κυκλικότητας προσφέρει τη δυνατότητα διατήρησης όλων των προϊόντων ξύλου για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην οικονομία, για πολλαπλές χρήσεις».
Εκτός από την οικονομία με βάση το ξύλο, τα δάση, σύμφωνα με τον ίδιο, προσφέρουν μια ποικιλία εξίσου σημαντικών πρόσθετων προϊόντων και υπηρεσιών της βιοοικονομίας και της πράσινης οικονομίας, από τα τρόφιμα έως τον οικολογικό τουρισμό, στοιχεία τα οποία αποτελούν στήριγμα για τις οικονομίες και τον κοινωνικό ιστό στις περιοχές της υπαίθρου. Η προστασία των δασικών οικοσυστημάτων μειώνει επίσης τον κίνδυνο ζωονόσων και παγκόσμιων πανδημιών. Τα δάση και ο δασικός τομέας παρέχουν επίσης πολλαπλές κοινωνικοοικονομικές λειτουργίες και οφέλη, συμπεριλαμβανομένων πρόσθετων ευκαιριών απασχόλησης και ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές και αναψυχικών δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στην υγεία των πολιτών.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνει η αναθεωρημένη Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τα Δάση, αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής, τα δάση και οι λοιπές δασικές εκτάσεις καλύπτουν πάνω από το 43,5 % της επιφάνειας της Ε.Ε. Το 2018, στην ΕΕ, 2,1 εκατομμύρια άτομα εργάζονταν στον παραδοσιακό δασικό τομέα (διαχείριση δασών, υλοτομία, πρίση ξύλου, προϊόντα με βάση την ξυλεία, φελλός, χαρτοπολτός και χαρτί), παράγοντας ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ύψους 109.855 εκατ. ευρώ. Άλλα 1,2 εκατομμύρια άτομα εργάζονταν στην κατασκευή επίπλων με βάση το ξύλο και στον τομέα των εκτυπώσεων σε χαρτί, όπως βιβλία και εφημερίδες, παράγοντας ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ύψους 25 και 31 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Το 2018, 397.000 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνταν σε βιομηχανίες με βάση το ξύλο, αντιπροσωπεύοντας το 20 % των μεταποιητικών επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ε.Ε. οι δε εκτεταμένες αξιακές αλυσίδες με βάση τα δάση υποστήριζαν 4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην πράσινη οικονομία. Τα προϊόντα υλοτομίας στην ΕΕ αντιπροσωπεύουν ενεργό καθαρή καταβόθρα άνθρακα περίπου -40 εκατομμυρίων τόνων ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (MtCO2e)/έτος, ενώ παράγουν επίσης οφέλη για το κλίμα μέσω της υποκατάστασης υλικών, με τιμές που κυμαίνονται από -18 έως -43 MtCO2e/έτος. Η εκτιμώμενη αξία όλων των συγκομισθέντων προϊόντων εκτός της ξυλείας στην Ευρώπη ανέρχεται σε 19,5 δισ. ευρώ ετησίως. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 77,80 ευρώ ανά εκτάριο ετησίως.
Η Ελλάδα είναι η τέταρτη μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη όσον αφορά τους δασικούς πόρους, με 3,84 εκατ. εκτάρια (39 εκατ. στρέμματα) δασών, που αντιστοιχούν στο 29% της συνολικής έκτασης.
Το 80% των δασών είναι δημόσια, ενώ τα υπόλοιπα ανήκουν σε ιδιώτες και ιδρύματα. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε υπάρχει μεγάλη έλλειψη σε δεδομένα που αφορούν την έκταση, την παραγωγή και την αξία των ελληνικών δασών αλλά και της αξιακής τους αλυσίδας, σε προϊόντα και υπηρεσίες καθώς και κατ’ επέκταση της συνολικής συμβολής τους στην οικονομία και την απασχόληση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του Εργαστηρίου Δασικής Οικονομικής, Μάρκετινγκ, Καινοτομίας & Επιχειρηματικότητας του Τμήματος Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, προερχόμενα από διάφορες πηγές, η ετήσια παραγωγή προϊόντων ξύλου από τα δημόσια δάση της χώρας μας κυμαίνεται από 700.000 - 1.000.000 m3 με την τεχνική ξυλεία και τα καυσόξυλα να καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος. Τα καυσόξυλα ωστόσο κατέχουν την πρώτη θέση. Το στοιχείο αυτό είναι αναμενόμενο αναλογιζόμενοι τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης τα τελευταία χρόνια, ωστόσο δεν παύει να θεωρούνται προϊόντα χαμηλής προστιθέμενης αξίας και η παρούσα χρήση τους αφορά το τελευταίο στάδιο σε ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας.
Στην Ελλάδα, η δασική και υλοτομική βιομηχανία παρήγαγε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία 65,5 εκατομμυρίων ευρώ το 2017. Η χαμηλή συμβολή του δασικού τομέα στο ΑΕΠ οφείλεται καταρχάς στο γεγονός ότι τα δάση της χώρας είναι χαμηλής παραγωγικότητας, καθώς ο ρόλος τους είναι προστατευτικός σε γενικές γραμμές, αλλά και στην έλλειψη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων όπως αναφέρθηκε. Ωστόσο, η χαμηλή αυτή παραγωγικότητα μπορούμε να πούμε πως είναι πλασματική, καθώς εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στην παραγωγή ξύλου. Επίσης, ο διαχωρισμός της αξιακής αλυσίδας των δασών στην πρωτογενή παραγωγή και τη μεταποίηση, υποβαθμίζει τη συνολική συμβολή του τομέα ως σύνολο στην εγχώρια παραγωγή πλούτου. Ο δασικός τομέας απασχολεί το 0,1% του συνολικού εργατικού δυναμικού της Ελλάδας. Υπολογίζοντας σε ΙΠΑ (Ισοδύναμα Πλήρους Απασχόλησης), το εργατικό δυναμικό στους δασικούς κλάδους στην Ελλάδα το 2016 αντιστοιχούσε σε 20.000 ΙΠΑ και πιο συγκεκριμένα, 3.000 στη δασοκομία, 11.000 στην παραγωγή ξύλου και 6.000 στη βιομηχανία χαρτιού.
Ενώ η ξυλεία κυριαρχεί στη δασοκομία, η Ελλάδα διαθέτει επίσης έναν σημαντικό μη ξυλώδη δασοκομικό τομέα με παραγωγή μη ξυλωδών δασικών προϊόντων. Τα κυριότερα μη ξυλώδη δασικά προϊόντα που μπορούμε να αναφέρουμε είναι ρητίνη με παραγωγή 6.042.600 kg για το 2019 και μέσο όρο 5.800.000 kg ετησίως (ωστόσο μετά την καταστροφική πυρκαγιά της Εύβοιας η παραγωγή αυτή έχει μειωθεί δραματικά), ο ξυλάνθρακας με μόνο 200.000 kg περίπου για το 2019. Ωστόσο, υπάρχει μια μικρή παραγωγή σε σημαντικό αριθμό αρωματικών -φαρμακευτικών φυτών υψηλής προστιθέμενης αξίας, με τη ρίγανη να παίζει το σημαντικότερο ρόλο με ετήσια παραγωγή γύρω στα 700.000 kg για το 2018 και το 2019. Τα χριστουγεννιάτικα δέντρα κατηγοριοποιούνται επίσης ως μη ξυλώδη δασικά προϊόντα. Σήμερα, η παραγωγή είναι περίπου 100.000 χριστουγεννιάτικα δέντρα, με μειούμενη όμως τάση.
Όσον αφορά το μερίδιο της βιομάζας, η δασική βιομάζα έφθασε τα 176 εκατομμύρια τόνους (υπερξηρό βάρος) το 2015. Η δασική βιομάζα (συμπεριλαμβανομένων των καυσόξυλων), αποτελεί επί του παρόντος τη σημαντικότερη πηγή ανανεώσιμης ενέργειας και αντιστοιχεί σήμερα στο ήμισυ περίπου της συνολικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ε.Ε. Τέλος, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του F.A.O., η Ελλάδα παρουσιάζει ένα αρκετά σημαντικό έλλειμμα σε προϊόντα με βάση τα δάση, με τις εισαγωγές κατά την τελευταία δεκαετία να είναι κοντά ή και πάνω από 1 δισ. δολάρια, ενώ οι εξαγωγές μόλις φτάνουν τα 200 εκατ. δολάρια.
Επανερχόμενοι στην αξία των δασών και στην προσπάθεια αποτίμησης της ολικής οικονομικής αξίας αυτών, τονίζει ο κ. Τρίγκας, μία από ολιστικές έρευνες της αξίας των οικοσυστημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμά την συνολική αξία τους στα 4.7 τρις δολάρια. Επίσης, το Millennium Ecosystem Assessment σε μελέτη αναφορικά με τις οικοσυστημικές υπηρεσίες των δασών παγκοσμίως κατέληξε ότι η συνολική οικονομική αξία των δασών μπορεί να ξεπερνά την καταγεγραμμένη αξία του ξύλου - παρόλο που αυτές οι αξίες σπάνια λαμβάνονται υπόψη στις αποφάσεις διαχείρισης των δασών.
Επίσης, προσθέτει, σε μία αντίστοιχη έρευνα που υλοποίησε πολύ πρόσφατα το Εργαστήριο Δασικής Οικονομικής, Μάρκετινγκ, Καινοτομίας & Επιχειρηματικότητας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την αξία των δασών της Β. Εύβοιας που επλήγησαν από την πυρκαγιά του 2021, η συνολική ετήσια οικονομική αξία των δασών και δασικών εκτάσεων της περιοχής (παραγωγή προϊόντων και ορισμένων από τις υπηρεσίες), εκτιμήθηκε σε 32.365.666 ευρώ. Η κεφαλαιοποιημένη αξία (σε αειφορική βάση) των δασών της Β. Εύβοιας μόνο ανέρχεται σε 924.733.312 ευρώ που αντιστοιχεί σε μέση τιμή 1.492,41ευρώ/στρ, και σε μία μέση τιμή 52,23 ευρώ/στρ σε ετήσια βάση.
Ανάλογα είναι και τα συμπεράσματα της έκθεσης «Η Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή» της Ακαδημίας Αθηνών, που παρουσιάστηκε πρόσφατα, όπου αναφέρεται πως η ετήσια αξία των οικοσυστημικών υπηρεσιών των παραγωγικών δασών της χώρας (39 εκατ. στρ) κυμαίνεται από 30,00 - 126,20 ευρώ/στρ με μέση τιμή 72,56 ευρώ/στρ. Μπορούμε λοιπόν εύκολα να αναλογιστούμε ποια μπορεί να είναι η συνολική οικονομική αξία όλων των δασών της χώρας μας και πως θα μπορούσε αυτή να συμβάλει στο συνολικό ΑΕΠ προσμετρώντας την σε αυτό!
Για να καταλήξει τονίζοντας:
«Ωστόσο, δε θα πρέπει να ξεχνούμε πως η προστασία και διατήρηση της αξίας των δασών και η επίτευξη της αειφορίας και της κοινωνικής ευημερίας, απαιτεί την αλλαγή νοοτροπίας και στάσης απέναντι στο δάσος, απαιτεί μια νέα φρέσκια ματιά με την οποία θα πρέπει να το ξαναδούμε, ικανή να δώσει εφαρμόσιμες και με προοπτική λύσεις, κοιτώντας όχι μόνο το “ δένδρο” της οικονομικής μεγέθυνσης αλλά “ ξαναβλέποντας το δάσος” ως μέρος της ταυτότητας και του μέλλοντος μας!».
Πηγή