ΕΞΩΑΣΚΟΣ (Taphrina deformans)
Ο εξώασκος, γνωστός και ως «καρούλιασμα των φύλλων» προσβάλλει κυρίως τα φύλλα και δευτερευόντως τους νεαρούς βλαστούς και καρπούς.
Τα προσβεβλημένα φύλλα λόγω υπερπλασίας και υπερτροφίας, παρουσιάζουν τοπική ή ολική πάχυνση του ελάσματος, «κατσάρωμα» και τελικώς έντονη παραμόρφωση. Αρχικά, παίρνουν κόκκινο χρώμα και αργότερα κιτρινότεφρο με βελούδινη όψη. Τελικά, τα φύλλα γίνονται κατσανά, μαραίνονται, ξηραίνονται και πέφτουν προκαλώντας πλήρη φυλλόπτωση του δένδρου. Στους καρπούς εμφανίζονται τοπικές κιτρινοπράσινες διογκώσεις και πρόωρη πτώση. Οι νεαροί βλαστοί παρουσιάζουν έντονες διογκώσεις, χλώρωση και ρόδακες. Ο μύκητας δεν ευνοείται σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από 7o C, ενώ μολύνσεις παρατηρούνται σε θερμοκρασίες μεταξύ των 10o C και 20o C και υψηλών ποσοστών σχετικής υγρασίας.
Εικόνες 1 & 2: Προσβεβλημένα φύλλα ροδακινιάς από τον μύκητα Taphrina deformans
Το παθογόνο διαχειμάζει με τα βλαστοσπόρια στους οφθαλμούς ή σε πτυχώσεις του φλοιού των κλάδων και του κορμού. Νωρίς την άνοιξη με υγρό και βροχερό καιρό τα βλαστοσπόρια μεταφέρονται και μολύνουν τις τρυφερές επιφάνειες. Η καταπολέμηση του εξώασκου βασίζεται στην καταστροφή των σπορίων του μύκητα κατά την περίοδο της διαχείμασης του, πριν τη μόλυνση της νέας βλάστησης των δένδρων. Η ασθένεια του εξώασκου αντιμετωπίζεται προληπτικά με ένα ψεκασμό κατά τη διάρκεια του λήθαργου τν δένδρων (φθινόπωρο μέχρι το φούσκωμα οφθαλμών). Ο ψεκασμός πρέπει να είναι επιμελημένος, σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 10o C και να γίνει τουλάχιστον δέκα (10) μέρες μετά το κλάδεμα των δένδρων και μέχρι το φούσκωμα των ματιών. Σε περίπτωση εξασθένησης του δένδρου λόγω σοβαρής προσβολής συνιστάται η ενίσχυση του με αζωτούχο λίπανση, με περιοδικές αρδεύσεις και η αραίωση των καρπών. Μετά την είσοδο του παθογόνου στους ιστούς είναι. Ουσιαστικά, αδύνατη η καταπολέμηση της ασθένειας.
ΚΟΡΥΝΕΟ (Stigmina carpophilla)
Η ασθένεια προσβάλλει τα φύλλα, τους καρπούς, τους βλαστούς και λιγότερο τους οφθαλμούς και τα άνθη. Ο μύκητας εγκαθίσταται στους επιφανειακούς ιστούς των οργάνων και προκαλεί νεκρωτικές κηλιδώσεις, μικρά έλκη, στους βλαστούς και νεκρώσεις οφθαλμών. Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα εμφανίζονται στο έλασμα των τρυφερών φύλλων και στην επιφάνεια των νεαρών καρπών. Στην πάνω πλευρά των φύλλων εμφανίζονται συνήθως κυκλικές, ερυθροκαστανές κηλίδες που βαθμιαία γίνονται καστανές και ξηραίνονται. Οι αποξηραμένοι ιστοί πέφτουν, οπότε σχηματίζονται πολλές οπές στα φύλλα συνήθως με ένα εριθροεϊδές «δακτυλίδι» γνωστές ως «τρύπες από σκάγια». Αποτέλεσμα της έντονης προσβολής είανι η φυλλόπτωση. Στους μολυσμένους βλαστούς σχηματίζονται μικές κοκκινωπές έντονης ελλειψοειδείς κηλίδες που στην συνέχεια εξελίσσονται σε μικρά έλκη. Τα έλκη συχνά εκκρίνουν κόμη και εάν περιβάλλουν τους κλαδίσκους το πάνω μέρος τους ξηράινεται. Τέλος, οι οφθαλμοί μαυρίζουν και νεκρώνονται.
Για την καταπολέμηση της ασθένειας συνιστάται το ακόλουθο πρόγραμμα ψεκασμών:
-
Το φθινόπωρο και κατά την πτώση των φύλλων,
-
Κατά την χειμερινή περίοδο της και λίγο πριν την έναρξη διόγκωσης των οφθαλμών,
-
Την άνοιξη κατά την πτώση των πετάλων,
-
20 ημέρες από τον τελευταίο ψεκασμό,
Επιπλέον, συνιστάται η αφαίρεση και το κάψιμο των προσβεβλημένων κλαδίσκων.
Εικόνες 3 & 4. Χαρακτηριστική προσβολή από τον μύκητα Stigmina carpophilla
ΜΟΝΙΛΙΑ (Monilinia fructicola)
Για τη μονίλια των πυρηνοκάρπων θα πρέπει να γίνει ένας ψεκασμός λίγο πριν τη διόγκωση των οφθαλμών για να προστατευτούν τα ευαίσθητα τμήματα του άνθους (σέπαλα, πέταλα, ανθήρες) ιδιαίτερα όταν επικρατεί βροχερός καιρός.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ