Είναι η κύρια εξαγωγός χώρα στον κόσμο και τα καρύδια της πωλούνται και στην Ελλάδα.
Αντίθετα, στην Ελλάδα παρά τις επιδοτήσεις επί πολλές δεκαετίες για εντατικές φυτεύσεις και την πολύ γνώση των ελληνικών ποικιλιών, ο αριθμός φυτεύσεων παραμένει στάσιμος και η παραγωγή δεν αυξάνεται.
Η καρυδιά ευδοκιμεί σε βαθιά, αμμοπηλώδη, πλούσια σε οργανική ουσία και καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη.
Ανέχεται εδάφη με μεγάλο εύρος pH (5-8).
Οι κλιματικές συνθήκες στις οποίες μπορεί να καλλιεργηθεί ποικίλλουν, από ζεστές παραθαλάσσιες έως ορεινές ηπειρωτικές περιοχές με κατάλληλες ποικιλίες.
Είναι ευαίσθητη τόσο σε χαμηλές όσο και σε υψηλές θερμοκρασίες.
Δεν αντέχει πολύ στο ψύχος (σε θερμοκρασία <10°C σημειώνεται καταστροφή του φυτικού κεφαλαίου).
Υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες (>38°C) προκαλούν ζημιές από ηλιόκαυμα στο περικάρπιο των καρπών και συρρίκνωση στα σπέρματα με υποβάθμιση του χρώματος και της γεύσης της ψίχας.
Υγρασία σε συνδυασμό με ζέστη προκαλεί έξαρση του βακτηριακού έλκους.
Υγρασία κοντά στη συγκομιδή υποβαθμίζει την ποιότητα του καρυδιού (λέκιασμα ενδοκαρπίου και σκοτεινού χρώματος ψίχα, σήψεις ψίχας).
Η ποικιλία Chandler είναι η καλύτερη σε ποιότητα και παραγωγή, πλαγιοκαρπεί (90%) και είναι ανθεκτική στις ασθένειες.
Κατάλληλες επικονιάστριες ποικιλίες της Chandler είναι οι Vina και Franquette. Άλλες πλαγιοκαρπούσες ποικιλίες προς επέκταση είναι οι Vina, Ηλιάνα και Pedro (αλληλοεπικονιαζόμενες) για περιοχές με σπάνιους παγετούς, ενώ οι Amigo και Gustine για θερμές περιοχές.
Σε εντατικούς καρυδεώνες η διαμόρφωση των δένδρων γίνεται σε τροποποιημένο κεντρικό άξονα.
Η καρυδιά μπαίνει γρήγορα σε καρποφορία (3-4 έτος), έχει μεγάλη στρεμματική απόδοση και απαιτεί αρκετές καλλιεργητικές φροντίδες όπως καλή λίπανση (είναι ιδιαίτερα απαιτητική σε άζωτο), άρδευση, κλάδεμα (μηχανικό) και φυτοπροστασία.
Προσβάλλεται από εχθρούς και ασθένειες που ζημιώνουν τόσο τους καρπούς όσο τους νεαρούς βλαστούς και το φύλλωμα.
Με τις κατάλληλες επεμβάσεις η παραγωγικότητα μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 100 κιλά ψίχα/στρέμμα.
Η καρυδιά ωριμάζει όταν το περικάρπιο αρχίζει να διαρρηγνύεται.
Η συγκομιδή γίνεται από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως τον Οκτώβριο -ανάλογα την ποικιλία- και η συγκομιδή με τα χέρια είναι επίπονη.
Υπάρχει η δυνατότητα μηχανικής συγκομιδής η οποία περιλαμβάνει προετοιμασία του εδάφους του οπωρώνα (ισοπέδωση – καθαρισμός), δόνηση, πτώση σε λινάτσες, σκούπα σε σωρούς, απορροφητή και μεταφορά σε παλετοκιβώτια.
Μετά τη συγκομιδή ακολουθεί αποφλοίωση άμεσα (αλλιώς ζημιές από ηλιόκαυμα και λέκιασμα) και ξήρανση στο 7% υγρασία σπόρου με θερμό αέρα, απεντόμωση και συντήρηση σε χαμηλές θερμοκρασίες (<10οC).
Καρποί έτοιμοι για συγκομιδή
Δονητής στη συγκομιδή
Σκούπα στη συγκομιδή
Απορροφητής στη συγκομιδή
Αφαίρεση υγρασίας (στο 7%) με θερμό αέρα
Μηχανική αποφλοίωση
Γράφει:
ο Γεώργιος Νάνος, Καθηγητής Δενδροκομίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας