Το ποσοστό ζημιάς στις καλλιέργειες εξαρτάται από το είδος της καλλιέργειας αλλα και από το στάδιο ανάπτυξης του φυτού την περίοδο του παγετού.
Τις μεγαλύτερες ζημιές από παγετό παθαίνουν τα εσπεριδοειδή και ακολουθούν η κερασιά, η ροδακινιά, η καρυδιά, η μηλιά, η άμπελος, η αμυγδαλιά και τέλος η αχλαδιά.
Σε γενικές γραμμές τα φυλλοβόλα καρποφόρα δέντρα, η ελιά από την οποία έχουν μαζευτεί οι καρποί και η άμπελος, είναι σκληραγωγημένα στο να αντέχουν τις αρνητικές θερμοκρασίες του χειμώνα.
Τα δέντρα βρίσκονται σε λήθαργο.
Νερό και θρεπτικά στοιχεία δεν απορροφούνται από τις ρίζες ούτε μετακινούνται εντός του φυτού μέσω των αγγείων του.
Έτσι, συνήθως, δεν υφίστανται σοβαρές ζημιές.
Για παράδειγμα, στην ελιά σοβαρές ζημιές (φυλλόπτωση, σχίσιμο του φλοιού ή/και ξήρανση κλάδων, βλαστών) προκαλούνται σε θερμοκρασίες -10,5οC ως -12oC.
Στα πυρηνόκαρπα οι ανθοφόροι οφθαλμοί το χειμώνα είναι ανθεκτικοί και μπορούν να αντέξουν θερμοκρασίες ως -25οC περίπου χωρίς να ζημιωθούν, ενώ οφθαλμόπτωση μπορεί να παρατηρηθεί σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των -25οC.
Αντίστοιχα, οι οφθαλμοί της μηλιάς στο στάδιο του ληθάργου ζημιώνονται με θερμοκρασίες χαμηλότερες των -35οC. Στο αμπέλι, κατά τη διάρκεια του ληθάργου, προκαλούνται ζημιές σε θερμοκρασίες -18οC ως -12οC. Παρόλα αυτά υπό συνθήκες έντονου και παρατεταμένου ψύχους μπορεί να προκληθούν μεγάλες ζημιές που οδηγούν ως και τη νέκρωση του δέντρου.
Τα παραπάνω δεν ισχύουν, βέβαια, για τα εσπεριδοειδή καθώς έχουν τα φύλλα τους όλο το χρόνο και ίσως και τους καρπούς και πλήττονται σοβαρά από τους έντονους παγετούς.
Υπό συνθήκες παγετού:
Το νερό των φυτικών ιστών παγώνει και σχηματίζονται παγοκρύσταλλοι οι οποίοι προκαλούν διαρρήξεις στα κυτταρικά τοιχώματα και στις κυτταρικές μεμβράνες των φυτικών ιστών καθώς και αφυδάτωση.
Εάν ο παγετός είναι ασθενής και μικρής διάρκειας οι ζημιές περιορίζονται στα φύλλα και τους νεαρούς βλαστούς, ενώ με ισχυρό και μεγάλης διάρκειας παγετό καταστρέφονται πλήρως οι καρποί και ζημιώνονται κλάδοι, βραχίονες ακόμη και ο κορμός οδηγώντας στη νέκρωση του δέντρου.
Εκτός από τις αρνητικές επιπτώσεις του παγετού, ζημιά προκαλεί και το χιόνι το οποίο λόγω του ύψους, του βάρους και της διάρκειας παραμονής του προκαλεί μηχανικές ζημιές στο φυτικό κεφάλαιο με σπάσιμο βλαστών, κλάδων, βραχιόνων ή/και ολόκληρων των δέντρων κυρίως αυτών που έχουν αναπτυγμένο το φύλλωμά τους (εσπεριδοειδή, ελιά). Τα συμπτώματα στην παραγωγή είναι η απώλεια-καταστροφή ανθοφόρων οφθαλμών, άνθεων και καρπών.
Ενέργειες μετά τον παγετό:
-
Κατάλληλοι ψεκασμοί
Μετά από έναν ισχυρό παγετό πρέπει να γίνονται ψεκασμοί με χαλκούχα σκευάσματα για να βοηθηθούν τα δένδρα προκειμένου να ξεπεράσουν το στρες των χαμηλών θερμοκρασιών.
Ειδικά για την ελιά και τα εσπεριδοειδή η διαδικασία αυτή είναι σημαντική γιατί προστατεύονται τα δέντρα από προσβολή από παθογόνα βακτήρια.
Τα τμήματα του δένδρου όπου υπάρχουν σχισίματα του φλοιού πρέπει να θεραπεύονται με μυκητοκτόνα και να καλύπτονται με κόλλα εμβολιασμού για να αποφθεχθεί η είσοδος παθογόνων.
-
Λίπανση
Όσο αφορά τη λίπανση τα παγετόπληκτα δέντρα πρέπει να λιπαίνονται ανάλογα με τις ζημιές που έχουν υποστεί.
Εάν οι ζημιές είναι μικρές η λίπανση πρέπει να γίνεται όπως και στα υγιή δέντρα αποφεύγοντας την υπερβολική αζωτούχο λίπανση.
Τα δέντρα με μέτριες ζημιές λιπαίνονται με μικρότερες ποσότητες λιπασμάτων κυρίως αζωτούχων, ενώ σε δέντρα με σοβαρές ζημιές δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται αζωτούχα λιπάσματα αν δεν αντιμετωπιστούν πρώτα τροφοπενίες ιχνοστοιχείων (ψευδαργύρου, μαγγανίου, μαγνησίου) που παρατηρούνται μετά τον παγετό.
-
Άρδευση
Κατά τη διάρκεια του παγετού, λόγω χαμηλών θερμοκρασιών, οι ρίζες των φυτών δεν μπορούν να απορροφήσουν αρκετό νερό με αποτέλεσμα πολλές φορές να παρατηρείται αφυδάτωση των φύλλων. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να γίνεται άρδευση αμέσως μετά τον παγετό γιατί όσο λιγότερο φύλλωμα υπάρχει στο δένδρο τόσο λιγότερο νερό χάνεται με τη διαπνοή και επομένως τόσο λιγότερο το νερό που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί κατά την άρδευση.
-
Κλάδεμα
Τα παγετόπληκτα δέντρα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να κλαδεύονται αμέσως μετά το τέλος του παγετού. Θα πρέπει να περάσει αρκετό διάστημα (ίσως και τέσσερις μήνες ως τις αρχές της άνοιξης) ώστε να είναι ορατή η έκταση της πραγματικής ζημιάς και να μπορεί να γίνει κλάδεμα μόνο των ξηρών-νεκρωμένων τμημάτων των δέντρων. Συνήθως η ζημιά δεν είναι τόσο μεγάλη και την άνοιξη νεαρή βλάστηση αναπτύσσεται από φυτικούς ιστούς που εξ΄αρχής φαινόταν νεκρωμένοι.
Κλάδεμα των δέντρων πολύ νωρίτερα θα οδηγήσει σε περαιτέρω ζημιά καθώς οι φυτικοί ιστοί θα υποστούν κι άλλη ζημιά σε έναν επόμενο ανοιξιάτικο παγετό. Τα παγωμένα κλαδιά και φύλλα πάνω στο δέντρο λειτουργούν ως μονωτικό και παγιδεύουν ζεστό αέρα μέσα στην κόμη.
Σε περίπτωση μεγάλης ζημιάς γίνεται κλάδεμα επανασχηματισμού ή διαμόρφωσης της κόμης με βραχιοτομή ή/και κορμοτομή, ενώ σε ήπια ζημιά γίνεται κλάδεμα αφαίρεσης νεαρών κλάδων.
Σε περίπτωση κορμοτομής, εάν πρόκειται για ποικιλία εμβολιασμένη σε υποκείμενο, η τομή του κορμού πρέπει να γίνεται πάνω από το σημείο του εμβολιασμού, ενώ σε αντίθετη περίπτωση απαιτείται επανεμβολιασμός.
Σε κάθε περίπτωση, η σωστή επιλογή του είδους καλλιέργειας ανάλογα με το μικροκλίμα της κάθε περιοχής και η λήψη τόσο προληπτικών όσο και ενεργητικών μέτρων προστασίας βοηθούν ώστε να μειώνονται στο ελάχιστο οι ζημιές.