Καλλιεργείται σπάνια και συνήθως απαντάται ως αυτοφυής, σε άγρια κατάσταση, χρησιμοποιούμενη συχνά ως φράκτης.
Παλαιότερα δόθηκαν κίνητρα για την καλλιέργειά της στην Ελλάδα αλλά γρήγορα εγκαταλείφτηκε επειδή η ζήτηση του καρπού της δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Υπάρχουν περίπου 400 είδη Βατομουριάς και πολυάριθμες υβριδικές μορφές, δύσκολα αναγνωρίσιμες. Το κοινότερο είδος στη χώρα μας είναι το Rubus fruticosus χωρίς να σημαίνει ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία των ειδών που απαντώνται. Άλλα είδη που μπορεί να απαντηθούν στην Ελλάδα είναι τα: Rubus saxatilis, R. idaeus, R. tomentosus, R. thyrsoides, R. hirtus, R. caesius, κ.ά.
Η Βατομουριά είναι χαμηλού ύψους θάμνος, με άφθονους λεπτούς κλάδους ή παραφυάδες, πυκνά ακανθώδεις και συνήθως βραχύβιους. Τα φύλλα μπορεί να είναι απλά ή σύνθετα, τρίφυλλα, παλαμοειδή και οδοντωτά. Τα άνθη μπορεί να είναι λευκά ή ρόδινα ή κόκκινα, μονήρη ή σε βοτρυοφόρους κορύμβους, με δισκοειδή κάλυκα και 5 απλωτά σέπαλα και πέταλα (Φωτογραφία 1).
Αναπτύσσεται καλύτερα σε δροσερά και καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη, προσήλιες ή ημισκιαζόμενες περιοχές και χρειάζεται στήριξη σε πάσσαλους ή πλέγματα.
Φωτογραφία 1. Πέρας άνθησης Βατομουριάς και έναρξη σχηματισμού καρπιδίων.
Ο καρπός της είναι σύνθετος, μικρές δρύπες ενωμένες μαζί, που ξεκινούν την ωρίμανσή τους με κόκκινο χρωματισμό έως να καταλήξουν σε λαμπερό μαύρο χρώμα (Φωτογραφία 2).
Φωτογραφία 2. Καρποί Βατομουριάς.
Η Βατομουριά σήμερα έχει μειωμένη καλλιεργητική αξία για τη χώρα μας και απαντάται συνήθως ως αυτοφυής. Οι καρποί της έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους ψαγμένους καταναλωτές γιατί καταναλώνονται νωποί ή μπορεί να χρησιμοποιηθούν στην παρασκευή γλυκισμάτων ή μαρμελάδων.
Επίσης είναι πλούσιοι σε βιταμίνες και διαθέτουν θεραπευτικές ιδιότητες σε περιπτώσεις πονόλαιμου, φαρυγγίτιδας, ουλίτιδας, διάρροιας, αναιμίας, κ.λπ. Οπότε υπάρχει ένας μικρός χώρος εμπορίας των συγκεκριμένων καρπών στην αγορά. Κάθε προσπάθεια καλλιέργειάς της όμως θα πρέπει να επακολουθεί των διεργασιών διασφάλισης απορρόφησης της παραγωγής.