Το υγρασιακό καθεστώς του εδάφους που είναι συχνά συνάρτηση των κλιματικών συνθηκών αποτελεί καθοριστικό παράγοντα των γεωργικών εκτάσεων. Η μετακίνηση του νερού και των διαλυμένων ουσιών μέσω του εδάφους, επηρεάζει σημαντικά τη ποσότητα και τη ποιότητα των αποθεμάτων νερού μίας ευρύτερης περιοχής.
Στην ύπαρξη δύο σημαντικών λόγων οφείλεται το γεγονός ότι το εδαφικό νερό είναι διαφορετικό από το νερό που καταναλώνουμε στη καθημερινότητα μας.
Πιο συγκεκριμένα, το νερό συγκρατείται μέσα στους εδαφικούς πόρους με δυνάμεις διαφορετικής έντασης, που εξαρτώνται από ποσότητα του και το μέγεθος των πόρων. Η έλξη μεταξύ των μορίων του νερού και των εδαφικών επιφανειών περιορίζει σημαντικά την δυνατότητα του νερού να ρέει ελευθέρα όπως θα έρεε σε ένα ποτήρι.
Επιπλέον, το εδαφικό νερό δεν θεωρείται καθαρό και πόσιμο διότι περιέχει πολλές διαλυμένες οργανικές και ανόργανες ενώσεις για αυτό πλέον ονομάζεται εδαφικό διάλυμα. Μία από τις πιο σημαντικές ιδιότητες του εδαφικού διαλύματος είναι ότι μεταφέρει θρεπτικά στοιχεία (π.χ. ασβέστιο, κάλιο, άζωτο, φώσφορο κλπ.) στις ρίζες των φυτών.
Πώς λοιπόν έχουν πρόσβαση οι ρίζες στη τεράστια ποσότητα νερού;
Δύο φαινόμενα φαίνεται να εξηγούν αυτή τη πρόσβαση: η τριχοειδής κίνηση του εδαφικού νερού στις ρίζες των φυτών και η ανάπτυξη των ριζών στο υγρό έδαφος.
Η τριχοειδής κίνηση του εδαφικού νερού είναι ιδιαίτερης σημασίας κατά τη διάρκεια θερμών και ξηρών περιόδων καθώς οι ρίζες επεκτείνονται και διασφαλίζουν ότι δημιουργούνται συνεχώς νέες επαφές ρίζας – εδάφους. Η κατανομή των ριζών του φυτού στο έδαφος καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα του να απορροφά νερό.
Η κατανόηση των αρχών που διέπουν την έλξη του νερού με τα εδαφικά σωματίδια μπορεί να βοηθήσει στη μεγιστοποίηση των θετικών επιδράσεων στη γεωργική παραγωγή. Τα χαρακτηριστικά και η συμπεριφορά του εδαφικού νερού είναι πολύ περίπλοκα. Ωστόσο καθώς αποκτούμε περισσότερη γνώση, γίνεται προφανές ότι το νερό κινείται με απλές φυσικές αρχές.
Πηγή: Εδαφολογία – η φύση και οι ιδιότητες των εδαφών Nyle C.Brady & Ray R. Weil , 2011, Αθήνα, Εκδόσεις Έμβρυο. Σελ: 23,212-215